Ἄγγελε ποὺ φέρνεις δῶρα

Ἄγγελε ποὺ φέρνεις δῶρα
τούτη τὴν πρωτοχρονιὰ
ποῦ θὰ τ᾿ ἀκουμπήσεις τώρα
σὲ ποιὸ σπίτι, ποιὰ γωνιά.

Πλούσιοι καὶ τραπεζίτες
ὅλο εὐρὼ φυλλομετροῦν
καὶ σ᾿ ἀλλόγλωσσους μεσίτες
τὴν ψυχή τους ξεπουλοῦν.

Καὶ φτωχοὶ φτωχοὶ σ᾿ ἀγάπη
δίχως χάδι καὶ γιορτὴ
στόμα μίζερο καὶ μάτι
ὕπνος δίχως προσευχή.

Μέσα σ᾿ ἐκκλησιὲς ψαλτάδες
πῶς λατρεύουν τὴ φωνὴ
χρυσοφόροι δεσποτάδες
καῖν λιβανωτὸ βαρύ.

Τίποτα δὲν ἀνεβαίνει
ἀλαφρὺ στὸν οὐρανὸ
καὶ ὁ ἄγγελος πηγαίνει
μὲ τὰ δῶρα στὸ Θεό.

Στάσου, ἄγγελε, σοῦ γνέφει
μιὰ κρυμμένη Σεραϊνὼ
μόσχος ρόδο καὶ σεντέφι
μὲς στῆς πόλης τὸ μπετό.

Μιὰ γριὰ σκυφτὴ καμπούρα
τώρα μὲς στὴν ἐκκλησιὰ
λέει πὼς τὴ βαστᾶ ἡ μαγκούρα
τὴν καρέκλα της κερνᾶ.

Καὶ παιδὶ ποὺ συλλαβίζει
Σκιάθου διηγήματα
ἕν᾿ ἀστέρι ζωγραφίζει
καὶ σοῦ γράφει ποιήματα.

Σπάρτη, 14-15 Ίουνίου 2011
(ἐμπνευσμένο ἀπὸ τὸ διήγημα “Τὰ πτερόεντα δῶρα” τοῦ Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη.
Σεραϊνώ: Ἡρωΐδα τοῦ Παπαδιαμάντη στὸ διήγημα “Ὁ Γάμος τοῦ Καραχμέτη”)