Ὁ ναὸς τοῦ Προφήτου Ἐλισσαίου σήμερα (2005)
Ἀπέναντι ἀπὸ ὅ,τι ἀπέμεινε ἀπὸ τὴ βιβλιοθήκη τοῦ Ἀδριανοῦ στὸ Μοναστηράκι, βρίσκεται σχεδὸν κρυμμένος ὁ ναΐσκος τοῦ Ἁγίου Ἐλισσαίου, ξαναστημένος ἀπὸ τὸ 2005 κι ὕστερα ἀπὸ ἕνα ὕπνο ἀφάνειας 60 ὁλόκληρων χρόνων. Ἦταν στὰ χρόνια τῆς γερμανικῆς κατοχῆς, μόλις ποὺ ἄρχιζε τὸ καλοκαίρι τοῦ ’43, ὅταν ὁ ἰδιοκτήτης τοῦ ναοῦ, ὁ ἀντιπλοίαρχος τοῦ Βασιλικοῦ Ναυτικοῦ Ἡρακλῆς Καζᾶκος, ἀποφάσισε νὰ τὸν γκρεμίσει φοβούμενος πὼς κινδύνευε νὰ χάσει τὸ οἰκόπεδο ἐντὸς τοῦ ὁποίου βρισκόταν ὁ ναός, καθὼς ἡ Ἐφορεία Βυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων ἑτοιμαζόταν νὰ κηρύξει τὸ ἐκκλησάκι ὡς διατηρητέο ἱστορικὸ μνημεῖο. Παρὰ τὶς ἀντιδράσεις τοῦ σπουδαίου καθηγητῆ βυζαντινῆς ἀρχαιολογίας Ἀναστασίου Ὀρλάνδου κι ἐξαιτίας τῶν ἀργόσυρτων κινήσεων τῆς Ἐφορείας Ἀρχαιοτήτων καὶ τὴ ἀβελτηρία μὲ τὴν ὁποία χειρίστηκε τὴν ὑπόθεση, ὁ Ἡρ. Καζᾶκος κατάφερε καὶ ἰσοπέδωσε πλήρως τὸν ναΐσκο ἐντὸς τοῦ θέρους. Χαρακτηριστικὸ τῆς ἀναποτελεσματικῆς στάσης τῆς ἁρμόδιας Ἐφορείας εἶναι πὼς πρῶτα μήνυσε τὸν Καζᾶκο γιὰ φθορὰ διατηρητέου μνημείου καὶ μετὰ κήρυξε τὸν ναὸ διατηρητέο, σχεδὸν δὲ ταυτόχρονα μὲ τὴν ὁλοκλήρωση τῆς κατεδάφισής του! Πέρασαν 62 χρόνια ἀπὸ τότε καὶ τὸ 2005 τὸ ἐκκλησάκι ἐπανιδρύθηκε στὴν ἴδια θέση ποὺ βρισκόταν πάντα, τὸ ἴδιο σεμνὰ παρόν. Τουτη δὲ ἡ ἐπαναφορά του ναϋδρίου στη ζωὴ θαρρεῖς πὼς συνομιλεῖ παιχνιδιάρικα μὲ τὴ φήμη τοῦ προφήτη στὸν ὁποῖο εἶναι ἀφιερωμένο, καθὼς ὀ Ελισσαῖος [ποὺ συγκαταλέγεται ἀνάμεσα στοὺς σημαντικοὺς προφῆτες τοῦ Ἰσραήλ, μαθητής καὶ χρισμένος διάδοχος τοῦ Προφήτη Ἠλία], ἀναφέρεται πὼς εἶχε τὴ Θεία Χαρη της νεκρανάστασης.
Ὁ ναΐσκος τοῦ Προφήτη Ἐλισσαίου [στὰ νεότερα χρόνια πολλὲς φορὲς ἀναφερόμενος κι ὡς ναὸς τοῦ Ἁγίου Ἐλισσαίου] θεωρεῖται κτίσμα τῆς τουρκοκρατίας, ἂν καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπολογιστεῖ ποιᾶς ἀκριβῶς περιόδου [ὑπολογίζεται πὼς εἶναι τοῦ 16ου αἰῶνα]. Πρώτη φορὰ ὅμως μνημονεύεται στὸ σχέδιο τῶν Ἀθηνῶν τοῦ 1832 τῶν Schaubert καὶ Κλεάνθη. Πρόκειται γιὰ ἁπλὴ κατασκευή, μιὰ ἀπέριττη μονόκλιτη βασιλικὴ μὲ ξύλινη στέγη, ποὺ ἀνῆκε στὴν γνωστὴ ἀθηναϊκὴ οἰκογένεια Χωματιανοῦ-Λογοθέτη καὶ βρισκόταν στὴν αὐλὴ τῆς ἀρχοντικῆς οἰκίας τῆς οικογένειας. Ὁ ἕνας τοῖχος τοῦ ναοῦ στηριζόταν στὸ κλιμακοστάσιο τοῦ ἀρχοντικοῦ, ἐνῷ πολλὰ ἀπὸ τὰ δομικὰ ὑλικά του πρώτου, καθὼς καὶ τοῦ ἴδιου τοῦ ἀπέριττου διάκοσμου, ἦταν ἀπὸ διάφορους αἰῶνες καὶ ἀρχαιότερα μνημεῖα, πράγμα σύνηθες ἀλλὰ καὶ χαρακτηριστικὸ γιὰ τὴν ναοδομία τῆς ἐποχῆς.
Ὁ κτητορικὸς αὐτὸς ναὸς εἶναι συνδεδεμένος μὲ τὶς μορφὲς τοῦ Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμαντη καὶ τοῦ ἐπίσης σκιαθίτη ἐξαδέλφου του, Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη, ποὺ πέρασαν ἐκεῖ τὶς κατανυκτικὲς ὧρες τῶν ἀγρυπνιῶν ψάλλοντας. Δεξιὸς ψάλτης ὁ πρῶτος, ἀριστερὸς ὀ δεύτερος.
Εἶναι τόσο ἔντονη αὐτὴ ἡ διασύνδεση τῶν δύο ἐξαδέλφων μὲ τὸ ναΐσκο, ὥστε ἐκείνη τὴν ἐποχὴ ποὺ πραγματοποιοῦνταν ἡ κατεδάφισή του, οἱ ἀντιδρῶντες σὲ αὐτὴν ἐπικαλοῦνταν συναισθηματικὰ στὴν τότε ἐπιστολογραφία κι ἀρθρογραφία τους, πέραν τῶν ὅσων ἱστορικῶν ἐπιχειρημάτων, καὶ τὴν μνήμη τῶν δύο Ἀλεξάνδρων. Κι ἦταν τέτοια ἡ ἀκτινοβολία τοῦ Παπαδιαμάντη, ὥστε εκκλησιάζονταν ἐκεῖ μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ τὸν ἀκούσουν σημαντικὲς μορφὲς των γραμμάτων τῆς ἐποχῆς, ὅπως ὁ Ζαχαρίας Παπαντωνίου, ὁ Παῦλος Νιρβάνας, ὁ Γιάννης Βλαχογιάννης, ὁ Γεράσιμος Βῶκος κ.ἄ.
Στὴν ὁδὸ Ἄρεως, λοιπόν, μὲ τὸν ἀριθμὸ 14, πίσω ἀπὸ μία μικρὴ πύλη, καὶ μόνο κατὰ τὴν ὥρα ποὺ θὰ σημαίνει ὁ ὄρθρος, κάποιο σκαλάκι θὰ σὲ ὁδηγήσει στὸ μέρος ἐκεῖνο πού, ἂν σταθεῖς τυχερὸς καὶ δὲν πέσεις πάνω σε μεγαλόσχημους καὶ περγαμηνούχους, τότε θὰ νιώσεις σὰν ἀπὸ μόνο του, ὅπως τότε, τὶς ὧρες ποὺ τὰ «νερὰ ἱερουργοῦσαν ἀκόμη μὲς στὸν ὕπνο του, [καὶ] Ἐκεῖνος φανταζόταν μουσικὲς ποὺ εἶχε κρυμμένες στὰ δίχτυα τῆς ψυχῆς του».
Πηγές:
Φ. Ἀ. Δημητρακόπουλος (Ἐπιμ.) «Ὁ Ἅγιος Ἐλισαῖος. Ὁ Ἱερὸς Ναὸς στὸ Μοναστηράκι καὶ ἡ ἀκολουθία τοῦ Ἀλ. Μωραϊτίδη», ἐκδ. Ἑταιρεία Παπαδιαμαντικῶν Σπουδῶν, 2005
Μάνος Ἐλευθερίου «Ἀγρυπνία γιὰ τὸ σκοτεινὸ τρυγόνι στὴν Ἐκκλησία τοῦ προφήτη Ἐλισσαίου», ἐκδ. Καστανιώτη, 2004
Φ. Μπάρκα «Ἀναβιώνει ὁ Ἅγιος Ἐλισσαῖος», Ἐλευθεροτυπία, 4 Μαρτίου 2005
Ἱστοχῶρος Ἀρχαιολογία τῶν Ἀθηνῶν, Ἀρχεῖο Νεοτέρων Μνημείων. Σύνδεσμος