Ἄγρυπνοι στὸν Προφήτη Ἐλισσαῖο

Κείμενο δημοσιευμένο στὴν Athens Voice (2006)

Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ τοῦ τετραγώνου ποὺ σχηματίζουν οἱ ὁδοὶ Ἄρεως-Ἀδριανοῦ-Βρυσακίου καὶ Κλάδου, κάποιοι κάνουν μιὰ ἀξιόλογη προσπάθεια. Μιὰ ἀνάσα ἀπὸ τὴν πλατεία Μοναστηρακίου, ἀνάμεσα σὲ τουριστικὰ μαγαζιὰ καὶ βαριεστημένους καταστηματάρχες ποὺ μὲ κοιτοῦν καχύποπτα, ἀνακαλύπτω στὴν Ἄρεως τὴν εἴσοδο τῆς ἐκκλησίας τοῦ Ἁγίου Ἐλισσαίου, ποὺ ἀναστηλώθηκε μὲ πρωτοβουλία τῆς Ἑταιρείας Παπαδιαμαντικῶν Σπουδῶν καὶ χρηματοδοτήθηκε ἀπὸ τὸ YΠΠO ἀλλὰ καὶ τὴν Ἑταιρεία ποὺ εἶχε καὶ τὴ φροντίδα-ἐπίβλεψη-παρακολούθηση τοῦ ἔργου.

Εἶναι γεμάτη κόσμο ποὺ στοργικὰ βοηθάει στὴν προετοιμασία τῆς ἀγρυπνίας ποὺ ἔχει ἐκεῖνο τὸ βράδυ. Τὸ ἐκκλησάκι ἔγινε γνωστὸ γιὰ τὶς ἀγρυπνίες, ποὺ γινόντουσαν ἀπὸ τὸ 1885, καὶ στὶς ὁποῖες συμμετεῖχε ὡς δεξιὸς ψάλτης ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης καὶ ἀριστερὸς ὁ Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης.

Εἶναι μονόκλιτη βασιλικὴ τοῦ 15ου αἰῶνα, ποὺ κτίστηκε δίπλα στὸ ἀρχοντικὸ Λογοθέτη γιὰ νὰ προστατεύονται ἀπὸ τὰ ἀδιάκριτα βλέμματα οἱ γυναῖκες ποὺ ἐκκλησιάζονταν στὴ διάρκεια τῆς ὀθωμανικῆς κατοχῆς. Κατεδαφίστηκε τὸ 1943 ἀπὸ τὸν τότε ἰδιοκτήτη της Ἡρ. Καζᾶκο, παρὰ τὶς μεγάλες ἀντιδράσεις.

«Ἀπ᾿ ὅ,τι φαίνεται ἀπὸ τὰ ἀρχιτεκτονικὰ μέλη ποὺ ἔχουμε βρεῖ στὴν ἐκκλησία, προϋπῆρχε ἄλλο βυζαντινὸ κτίσμα καὶ ἀρχαῖα» μοῦ ἐξηγεῖ ὁ Φώτης Δημητρακόπουλος καθηγητὴς Βυζαντινῆς φιλολογίας καὶ πρόεδρος τῆς Ἑταιρείας. «Τὸ 2001, ἔτος Παπαδιαμάντη, ἔλαβε ἀπόφαση τὸ Κεντρικὸ Ἀρχαιολογικὸ Συμβούλιο καὶ ἐξέδωσε ὑπουργικὴ ἀπόφαση ὁ τότε ὑπουργὸς Εὐάγγελος Βενιζέλος, γιὰ τὴν ἐπιχορήγηση τῆς Ἑταιρείας Παπαδιαμαντικῶν Σπουδῶν μὲ 100.000 εὐρώ γιὰ τὴν ἀνακατασκευὴ-ἀναπαλαίωση. Αὑτὴ ἔγινε τὸ 2003, μὲ τὴ συνεργασία πάντα της ἀρχαιολογικῆς ὑπηρεσίας. Ἀπὸ τὸ 2005 γίνονται ἀγρυπνίες μία φορὰ τὸ μήνα» συμπληρώνει, δείχνοντάς μου τὴν πέτρινη ἁγία τράπεζα ποὺ ἀνακαλύφθηκε ἄθικτη, τὰ θωράκια ἀπὸ παλαιοχριστιανικὸ τέμπλο, τὴ φράγκικη ταφόπλακα, τὰ ἴχνη ἀπὸ παλιὲς τοιχογραφίες...

Ἡ γαλήνη ποὺ ἀποπνέει ὁ χῶρος τῆς αὐλῆς εἶναι ἀπίστευτη - καὶ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ φανταστεῖ ὅτι πρὶν ἦταν θαμμένη σὲ μπάζα καὶ σκουπίδια.

«Ἀντιμετωπίσαμε πολλαπλὲς δυσκολίες γιατὶ στὸ χῶρο αὐτὸ κατέφευγαν καὶ καταφεύγουν ἄστεγοι περιθωριακοὶ ναρκομανεῖς, ἐπειδὴ κανεὶς δὲν ἐνδιαφέρεται. Τὸ μόνο ποὺ ἔγινε ἦταν τὸ ἐκκλησάκι - εἰς πεῖσμα πολλῶν, ἀκόμα καὶ τοῦ μουσείου λαϊκῆς τέχνης. Τίποτα δὲν ἔκαναν τόσα χρόνια, μονάχα ἡ Ἑταιρεία ξαναζωντάνεψε τὸ χῶρο, καθάρισε τὴν πίσω αὐλή, συρρέει κόσμος καὶ φοιτητές μου, ἀλλὰ οἱ ἁρμόδιοι τοῦ μουσείου θέλουν νὰ κρατοῦν τὸ χῶρο κλειστό. Ἐμεῖς ἀντιδροῦμε καὶ θὰ ἀντιδράσουμε» λέει ὁ καθηγητὴς καὶ ὕστερα μὲ ξεναγεῖ στὰ μισογκρεμισμένα πέτρινα σπίτια ποὺ βρίσκονται πίσω ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἐλισσαῖο καὶ μὲ ἀφήνει ἄναυδη!

Τὸ πρῶτο, στὸ ὁποῖο ἀνῆκε καὶ ὁ Ἅγιος Ἐλισσαῖος, εἶναι στὸ χῶρο τοῦ πρῴην ἀρχοντικοῦ Λογοθέτη, ποὺ χτίστηκε στὴ διάρκεια τῆς ὀθωμανικῆς περιόδου καὶ γκρεμίστηκε μὲ τὴν ἀπελευθέρωση. Ἐπάνω του καὶ δίπλα του, φτιάχτηκε τὰ ἑπόμενα χρόνια μιὰ ὁλόκληρη γειτονιὰ μὲ πέτρινα σπίτια, αὐλὲς πνιγμένες στὸ πράσινο, ἕνα πηγάδι, μιὰ βυζαντινὴ κινστέρνα (δεξαμενὴ νεροῦ). H γειτονιὰ ἐκτείνεται ἐσωτερικὰ μέχρι τὴν πλατεία Κλάδου, ὅπου ὑπάρχουν οἱ κολόνες τῆς παλαιοχριστιανικῆς ἐκκλησίας τοῦ Ἁγίου Θωμᾶ, μισοβυθισμένες στὴ γῆ (πέρασε 4 οἰκοδομικὲς φάσεις ἀπὸ τὸν 5ο ἕως τὸ 17ο αἰώνα). Τὰ σπίτια εἶναι σὲ κακὴ κατάσταση, πρόχειρα στηριγμένα καὶ μὲ φανερὰ τὰ σημάδια τῆς κακοποίησής τους ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ μένουν ἐδῶ πάρανομα, παρόλ᾿ αὐτὰ περιδιαβαίνοντας στὸ χῶρο δὲν μπορεῖς νὰ μὴν ταξιδέψεις πίσω στὸ χρόνο. Μπορεῖ ὅλα αὐτὰ νὰ ὑπάρχουν στὴν καρδιὰ τῆς Ἀθήνας;