Κωστὴς Μπαστιᾶς - Ὀρθόδοξος πνευματικότης, ἕνα μνημεῖο
Πηγή: Ἐφημ. Ἡ Βραδυνή, 16 Ἰανουαρίου 1963
«…Αὐτὸ τὸ ἐκκλησάκι τοῦ προφήτου Ἐλισσαίου εἶναι μιὰ ὁλόκληρος Ἱστορία. Ἕνας ἅγιος, ὁ παπα-Νικόλας ὁ Πλανᾶς τὸ ἐλειτούργησε χρόνια καὶ χρόνια καὶ ψάλτες του σταθήκανε δυὸ κορυφαῖες πνευματικὲς μορφές: Δεξιὸς ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης, κι᾿ ἀριστερὸς ὁ Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης. Γύρω ἀπ᾿ αὐτὴ τὴ θαυμαστὴ τριανδρία, μιὰ πλειάδα ἀνθρώπων ποὺ ἔχουνε γράψει ὡραία Ἱστορία κι᾿ ἔχουνε ἀληθινὰ στολίσει τὸ Χρονικὸ τῆς Ὀρθοδοξίας κατὰ τὰ τέλη τοῦ 19ου αἰῶνα καὶ τὸν μισὸν εἰκοστό, ἄντρες καὶ γυναῖκες, ποὺ σταθήκανε οἱ ἀνανεωτὲς καὶ τὰ φωτεινὰ στηρίγματα τοῦ μοναχικοῦ βίου στὸν ἀγῶνα μας. Ἱστορικὲς σταθήκανε οἱ ἀγρυπνίες στὸν Ἅγιο Ἐλισσαῖο, μὲ λειτουργὸ τὸν παπα-Νικόλα Πλανᾶ καὶ ψάλτες τοὺς δύο Ἀλέξανδρους, τὸν Φιλόθεο Ζερβᾶκο, τὸν σημερινὸ καὶ ἀπὸ τόσα χρόνια ἡγούμενο τῆς θαυμαστῆς μονῆς τῆς Λογγοβάρδας τῆς Πάρου, τὸν παπα-Σταμάτη τῆς Βρύσης καὶ ἕνα πλῆθος ἄλλο εὐλαβῶν ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν, ποὺ κοσμήσανε τὸ νεοελληνικὸ μοναχικὸ βίο. Στὰ χρόνια τοῦ Παπαδιαμάντη τοῦτο τὸ ἐκκλησάκι τοῦ προφήτη Ἐλισσαίου γνώρισε δόξες λειτουργικές, ἀποκάλυψε ὅλη τὴν ὀμορφιὰ τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπερίτμητον, γνώρισε θαυμαστοὺς ὄρθρους καὶ κατανυκτικοὺς ἑσπερινούς, ἀναρίθμητες παρακλήσεις, ἀγρυπνίες μοναδικές, ποὺ θὰ τὶς ζήλευε κι ἡ πιὸ αὐστηρὴ μοναστικὴ παράδοσι, ἐξομολογήσεις καὶ μνημόσυνα ἁπλῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ. Στάθηκε ἐντευκτήριο εὐλαβῶν ἀνθρώπων καὶ ἐπειδὴ ἔτυχε τέτοιες προσωπικότητες νὰ εἶναι μέτοχοι τῶν ἀκολουθιῶν μὲ ὀργανικὴ καὶ πολύτιμη συμμετοχὴ καὶ συμβολή· κίνησε τὸ ἐνδιαφέρον καὶ τῆς περίεργης ὀλιγοπιστίας, ποὺ μολονότι δὲν ἤτανε σὲ θέσι νὰ ἐκτιμήσῃ τὴν οὐσία τοῦ τί συνέβαινε στὸν Ἅγιο Ἐλισσαῖο, ἤτανε ἱκανὴ νὰ θαυμάσῃ τὴν ἱερὴ γραφικότητα, τὴν ἁπλὴ καὶ οὐσιαστικὴ ποίησι τῆς ἐκκλησίας, τοῦ λειτουργοῦ της καὶ τοῦ ἐκκλησιάσματος. Λόγιοι καὶ ἄνθρωποι κοσμικοί, ὁ περιπλανώμενος πλοῦτος καὶ ὁ κοινωνικὸς ἀρριβισμὸς σημείωσαν τὴν φευγαλέα παρουσία της καὶ χαρίσανε τὸν ἄβαθο ἔπαινό τους.
Αὐτὸ τὸ ἐκκλησάκι εἶχε καταστῇ ἕνα μνημεῖο ἀληθινῆς καὶ ἀνόθευτης Ὀρθοδοξίας καὶ κόσμημα καὶ πετράδι ἀμίμητο…»
* * *
Οἱ ἀγρυπνίες στὸν Προφήτη Ἐλισσαῖο καὶ ὁ ἅγιος Νικόλαος Πλανᾶς
τοῦ Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου (+1980)
«Κατὰ τὸ ἔτος 1905‐1907 ὑπηρετῶν εἰς τὰς τάξεις τοῦ στρατοῦ, ἐφοίτων εἰς τὴν Βυζαντινὴν Μουσικὴν Σχολὴν «Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός». ... Ὁ συμπατριώτης μου Ἰωάννης Ἀλεξάκης... ἡμέράν τινα λέγει μοι: «Νὰ ἔλθῃς εἰς τὸν μικρὸν ναὸν τοῦ Προφήτου Ἐλισσαίου, εἰς τὸν ὁποῖον γίνονται κατανυκτικαὶ ἀγρυπνίαι καὶ ψάλλουν βυζαντινὰ οἱ Παπαδιαμάντης, Μωραϊτίδης, Τσώκλης καὶ ἄλλοι. Θὰ ὠφεληθῇς καὶ θὰ μάθης πολλὰ ἀναγκαῖα, χρήσιμα καὶ ὠφέλιμα διὰ τὴν ἱερὰν ὑμνωδίαν». Μετέβην εἰς μίαν ἀγρυπνίαν καὶ τόσον πολὺ ηὐχαριστήθην καὶ κατενύγην, ὥστε συχνάκις καθ᾿ ὅλην τὴν ἑβδομάδα εἶχον εἰς τὸν νοῦν μου, πότε θὰ ἔλθῃ ἡ εὐλογημένη ὥρα νὰ ὑπάγω εἰς τὴν ἀγρυπνίαν· καὶ ὅτε ἤρχετο ἡ ὥρα, ἔτρεχον μὲ χαράν, ὥσπερ τρέχει ἡ ἔλαφος ἐπὶ τὰς πηγάς, διὰ νὰ πίω ἐκ τοῦ ὕδατος τοῦ ἁλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον καὶ ποτίσω, δροσίσω καὶ εὐφράνω τὴν διψῶσάν μου ψυχήν. Καὶ πράγματι ᾐσθανόμην δρόσον, εὐφροσύνην καὶ ἀγαλλίασιν πνευματικὴν καὶ μοὶ ἐφαίνοντο εἰς τὸν λάρυγγά μου γλυκύτερα ὑπὲρ μέλι καὶ κηρίον τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ, οἱ ὕμνοι, αἱ δοξολογίαι, τὰ στιχηρά, τὰ ἰδιόμελα, οἱ κανόνες, τὰ κατανυκτικὰ τροπάρια, τὰ ὁποῖα ἔψαλλον οἱ ἀείμνηστοι καθηγηταὶ ἐξάδελφοι Ἀλέξανδροι Παπαδιαμάντης καὶ Μωραϊτίδης, ὄχι μὲ φωνὰς θυμελικὰς καὶ βοὰς ἀτάκτους καὶ ἀναρμόστους, ἀλλά, ὡς λέγει ὁ Δαβίδ, μὲ σύνεσιν, μὲ συναίσθησιν, μὲ φόβον καὶ τρόμον: «ψάλατε συνετῶς, ψάλατε τῷ Κυρίῳ ἐν φόβῳ καὶ τρόμῳ». Ὅταν ἔψαλλον οἱ δύο Ἀλέξανδροι Παπαδιαμάντης καὶ Μωραϊτίδης, ὁ εἷς δεξιὰ καὶ ὁ ἄλλος ἀριστερά, ἔψαλλον μὲ τόσην προσοχήν, ταπείνωσιν, κατάνυξιν καὶ συντριβὴν καρδίας, ποὺ ἐνόμιζες ὅτι προσηύχοντο, ὅτι ἵσταντο ἐνώπιον τοῦ ἀοράτως παρισταμένου καὶ πανταχοῦ παρόντος Παντοδυνάμου καὶ Παντοκράτορος Θεοῦ καὶ χωρὶς νὰ θέλῃ τις ἠλαύνετο ὁ νοῦς του ὥσπερ ὑπὸ μαγνήτου, ἐπρόσεχε, ᾐσθάνετο τὰ δρώμενα καὶ ἐνόμιζεν ὅτι εὑρίσκετο εἰς τὸν Οὐρανόν, ὡς ψάλλει ὁ ἱερὸς ὑμνωδός...
Εἰς τὰς ἀγρυπνίας ἐγνώρισα καὶ δύο ἱερεῖς τὸν παπα-Ἀντώνιον, ἐφημέριον τοῦ ἱεροῦ ναοῦ Ἁγίου Νικολάου Πευκακίων, καὶ τὸν παπα ‐ Νικόλαον Πλανᾶ, ἐφημέριον τοῦ ἱεροῦ ναοῦ Ἁγ. Ἰωάννου Κυνηγοῦ· καὶ οἱ δύο ἀκούραστοι, πρόθυμοι εἰς τὰς ἀγρυπνίας, καλόκαρδοι. Ἐξαιρέτως δὲ ὁ περὶ οὗ ὁ λόγος παπα‐Νικόλας Πλανᾶς ἦτο ἁπλοῦς, ἄκακος, πρᾶος, ἀκέραιος, ἀπόνηρος, ἀόργητος, ἀμνησίκακος, πάντοτε ἱλαρός, χαροποιός, γελαστός. Εἰς τὸν παπα‐Νικόλαον, ἐπειδὴ ἦτο ταπεινός, ἐπέβλεψεν ἐπ᾽ αὐτὸν ὁ Κύριος, ὡς λέγει ὁ σοφὸς παροιμιαστής: «ἐπὶ τίνα ἐπιβλέψω, λέγει Κύριος, εἰμὴ ἐπὶ τὸν πρᾶον καὶ ταπεινὸν τῇ καρδίᾳ καὶ τρέμοντα τοὺς λόγους»· καὶ πάλιν: «ἐν καρδίαις πραέων ἀναπαύσεται πνεῦμα Κυρίου»· καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰ. Χριστὸς ἐν Εὐαγγελίοις μακαρίζει αὐτούς: «Μακάριοι οἱ πραεῖς ὅτι αὐτοὶ κληρονομήσουσι τὴν γῆν».
Σοφοκλῆς Δημητρακόπουλος - Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως
Ἡ πρώτη ἁγία μορφὴ τῶν καιρῶν μας, Ἀθήνα 2000, σ.213
«Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος συμμετεῖχε στὶς ἀγρυπνίες ποὺ γίνονταν στὸ ἐκκλησάκι τοῦ Προφήτου Ἐλισσαίου μαζὶ μὲ τὸν παπα-Νικόλαο Πλανᾶ, τὸν Ἀλέξανδρο Παπαδιαμάντη, τὸν Ἀλέξανδρο Μωραϊτίδη καὶ ἄλλους εὐσεβεῖς. Ἐκεῖ προφανῶς γνωρίστηκε μὲ τοὺς δύο Σκιαθίτες διηγηματογράφους, καὶ μάλιστα μὲ τὸν δεύτερο διατήρησε τακτικὴ ἀλληλογραφία».